Το καλάθι είναι άδειο
Ένθρονη Παναγία Βρεφοκρατούσα στην αψίδα της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινούπολης σε πορσελάνη με χειροποίητη κορνίζα.
ΠΡΟΣΟΧΗ: ΠΑΡΑΔΟΣΗ 40 ΗΜΕΡΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ
Διαστασεις: 60Χ50εκ
Αντίγραφο της ψηφιδωτής διακόσμησης στην αψίδα της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινούπολης, του 867. Η Θεοτόκος παριστάνεται καθιστή σε θρόνο με τον μικρό Ιησού στην αγκαλιά της. Η υπόλοιπη αψίδα καλύπτεται με χρυσές ψηφίδες.Το αριστούργημα αυτο έχει αναπαραχθεί σε πορσελάνη με τη χρήση εξελιγμένων τεχνικών προκειμένου να αποδοθούν πιστά τα χρώματα και οι προοπτικές του. Η συλλεκτική έκδοση παραδίδεται τοποθετημένη σε ξύλινο πλαίσιο, πασπαρτου. Περιορισμένη συλλεκτική έκδοση 49 αντιγράφων, έτοιμο για ανάρτηση, στις διαστάσεις της εποχής 50 x 60 εκ.
Για την χρονολόγηση υπάρχουν πολλές απόψεις. Η εικόνα της Θεοτόκου, κατά μια εκδοχή, είναι αυτή που ο Πατριάρχης Φώτιος αναφέρει σε ομιλία του 867μΧ, ότι είχε μόλις πριν από λίγο κατασκευαστεί. Ωστόσο υπάρχουν αμφιβολίες για το τελευταίο, γιατί ο Φώτιος μιλάει για ζωγραφική. Άλλοι μελετητές υποστήριξαν ότι το ψηφιδωτό κατασκευάστηκε κατά το εικονόφιλο μεσοδιάστημα 787-815, κατόπιν καλύφθηκε από τους εικονομάχους, ξεχάστηκε, επιζωγραφίστηκε και με τους φοβερούς σεισμούς του 1343 κα 1348 αποκαλύφθηκε και συντηρήθηκε. Το ψηφιδωτό παρέμεινε σε θέα έως τουλάχιστον το 1750, καλύφθηκε και αποκαλύφθηκε ξανά στις εργασίες της δεκαετίας του 1930. Ο φυτικός διάκοσμος ανήκει στην αρχική Ιουστινιάνεια διακόσμηση.
Η Παναγία βρεφοκρατούσα από την Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης
Το συγκεκριμένο ψηφιδωτό βρίσκεται στο τύμπανο της Νότιας θύρας του νάρθηκα στον ναό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη και δημιουργήθηκε περίπου το 1000 μ.Χ. Παριστά τέσσερεις μορφές, Η Παναγία ένθρονη, με τον Χριστό βρέφος στην αγκαλιά της πλαισιώνεται από τους δύο μεγάλους αυτοκράτορες του Βυζαντίου, τον Ιουστινιανό και τον Μεγάλο Κωνσταντίνο. Ο ιδρυτής της πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας, ο Κωνσταντίνος, απεικονίζεται στα αριστερά της Παναγίας, να της προσφέρει ομοίωμα των τοιχών της πόλης. Από την δεξιά πλευρά εμφανίζεται ο Ιουστινιανός, ο ιδρυτής της Αγίας Σοφίας, να της προσφέρει ομοίωμα της εκκλησίας. Με τον τρόπο αυτό οι αυτοκράτορες θέτουν την πόλη και τον ναό υπό την προστασία της Θεοτόκου. Ο Χριστός ανταποκρίνεται και τους ευλογεί με το δεξί του χέρι. Τα πρόσωπα της παράστασης είναι σοβαρά. Οι αυτοκράτορες έχουν όμοια κόμμωση και όμοιου τύπου ενδύματα. Τα χαρακτηριστικά των προσώπων τους προσπαθούν να αποδώσουν τα ιδιαίτερα γνωρίσματα τους.
Περνώντας από την περιγραφή και την εικονογραφική ανάλυση στην τεχνοτροπία του έργου γίνεται φανερό πως σε αυτό υπάρχουν σχεδόν όλες οι κύριες τεχνοτροπικές τάσεις της εποχής του. Η αφαίρεση κυριαρχεί. Οι μορφές εξαϋλωμένες, χωρίς σκιά και βάρος, μετωπικές και ακίνητες δίνουν την εντύπωση του υπερφυσικού. Δομούνται σα σε παράταξη ενώ το χρυσό φόντο πίσω τους εντείνει την εντύπωση του υπερφυσικού. Υπάρχει απόλυτη συμμετρία με την Θεοτόκο και τον Χριστό στο κέντρο και τους δύο αυτοκράτορες συμμετρικά δεξιά και αριστερά. Ο τρόπος παρουσίασης της τρίτης διάστασης είναι αντιφατικός, κάτι που φαίνεται ιδιαίτερα στην βάση του θρόνου της Παναγίας. Γενικότερα ο καλλιτέχνης ενδιαφερόταν περισσότερο για τον εσωτερικό κόσμο των μορφών παρά για την εξωτερική εμφάνιση και την φυσιοκρατική παρουσίασή τους. Το στοιχείο αυτό αποδεικνύει πως οι καταβολές της βυζαντινής τέχνης βρίσκονται στην ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα, καθώς το βυζάντιο κληρονομεί γνωρίσματα από την τάση του επαρχιωτισμού των ρωμαϊκών χρόνων και έχει σχέση με τις αρχές του νεοπλατωνισμού, με το έντονο ενδιαφέρον για τον εσωτερικό κόσμο.
Όπως γενικότερα η βυζαντινή τέχνη, έτσι και το συγκεκριμένο ψηφιδωτό χρησιμοποιήθηκε ως μέσο διδαχής των δογμάτων του Χριστιανισμού αλλά και ως μέσο προπαγάνδας. Από την μία μεριά διατυμπανίζει την παντοδυναμία του Χριστού και της Παναγίας. Οι άνθρωποι, ακόμη και οι αυτοκράτορες, μόνο σε αυτές τις θείες μορφές μπορούν να βρουν στήριγμα. Με την βοήθεια Τους ο καθένας ξεχωριστά αλλά και η πόλη και η αυτοκρατορία ολόκληρη μπορεί να είναι σίγουρη για την σωτηρία της. Από την άλλη μεριά όμως το συγκεκριμένο ψηφιδωτό προπαγανδίζει και την αυτοκρατορική δύναμη. Ο αυτοκράτορας Βασίλειος ο Β’ με το ψηφιδωτό αυτό αφιέρωμά του επιβεβαιώνει την κυριαρχία του εξομοιώνοντας τον εαυτό του με τους δύο αυτοκράτορες που εικονίζονται, των οποίων το έργο θεωρούσε πως συνέχιζε.
Πέρα όμως από το ίδιο το ψηφιδωτό, θα ήταν παράληψη αν δεν γινόταν αναφορά και στο μνημείο, το οποίο κοσμούσε η συγκεκριμένη σύνθεση. Ο ναός της Αγίας Σοφίας χτίστηκε από το 532 ως το 537, στην θέση παλαιότερης βασιλικής που είχε καεί, αυτοκράτορας ήταν ο Ιουστινιανός. Σχεδιάστηκε από δύο θεωρητικούς της στερεομετρίας τον Ανθέμιο και τον Ισίδωρο. Ο αυτοκράτορας επιχειρεί με μεγάλα έργα να προβάλει την δόξα του, να επιδράσει ενοποιητικά στην αυτοκρατορία αλλά και να εντυπωσιάσει. Η Αγία Σοφία αποτέλεσε τον σημαντικότερο ναό της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, την λεγόμενη μεγάλη εκκλησία, που για τους ανθρώπους της εποχής υπήρξε ένα σύμβολο του Χριστιανισμού.
Λόγω αυτής της πολύ μεγάλης σημασίας που απέκτησε ο ναός αρκετοί αυτοκράτορες ανέλαβαν να τον διακοσμήσουν με ψηφιδωτά. Η μεσοβυζαντινή περίοδος αποτελεί μία σημαντική εποχή, καθώς σε αυτήν έγιναν τα περισσότερα ψηφιδωτά του ναού. Το γεγονός αυτό έχει την εξήγηση του. Το ψηφιδωτό αποτελούσε δαπανηρή διακόσμηση. Η ευμάρεια του κράτους κατά την μεσοβυζαντινή περίοδο επέτρεπε σε αυτοκράτορες και αξιωματούχους να προσφέρουν σε ναούς τέτοια διακόσμηση. Για τον λόγο αυτό κατά την συγκεκριμένη περίοδο το ψηφιδωτό γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη και εξελίχτηκε η τεχνική του.