Το καλάθι είναι άδειο
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
Το Κορίτσι με τα Περιστέρια - Πολυχρόνης Λεμπέσης
Ο Καλλιτέχνης
Ο Πολυχρόνης Λεμπέσης (1849-1913), ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους του 19ου αιώνα, σπούδασε στην Αθήνα και στο Μόναχο, διαπρέποντας στη ζωγραφική και την αγιογραφία. Στο έργο του, εμπνευσμένος από τον Μουρίγιο, χρησιμοποιεί την αντιπαράθεση ανοικτών και σκούρων χρωμάτων για να δημιουργήσει έντονα συναισθήματα και εντυπωσιακές αντιθέσεις.
Το Έργο
Το τρυφερό θέμα του πίνακα αποπνέει ζωντάνια και συναισθηματική φόρτιση, κάνοντας τον θεατή να αισθανθεί την κίνηση και την ατμόσφαιρα της σκηνής.
-
Η Σκηνή:
Ένα ξυπόλητο κοριτσάκι, περιτριγυρισμένο από περιστέρια, στέκεται γεμάτο χαρά και παιδική αμηχανία. - Η Στάση:
Το κορίτσι σηκώνει προστατευτικά το χέρι του μπροστά στο πρόσωπό του, ενώ το χαμόγελό του αποπνέει έναν γλυκό φόβο αλλά και την αθωότητα της παιδικής ηλικίας. -
Χρωματική Παλέτα:
Ο Λεμπέσης χρησιμοποιεί την αντιπαράθεση: - Τα λευκά φτερά των περιστεριών και η άσπρη μπλούζα του κοριτσιού τονίζονται εντυπωσιακά απέναντι στο σκοτεινό φόντο, δημιουργώντας μια αίσθηση δραματικής έντασης αλλά και εικαστικής αρμονίας.
-
Η Κίνηση:
Η σκηνή έχει τόση ζωντάνια, που αισθάνεσαι σχεδόν ότι "ακούς" το φτερούγισμα των περιστεριών, καθώς πετούν γύρω από το κορίτσι.
Ένα Κομμάτι Τέχνης για την Πινακοθήκη σας
Ο πίνακας "Το Κορίτσι με τα Περιστέρια" είναι μια ωδή στην αθωότητα και την παιδική χαρά, με την αξεπέραστη τεχνική και ευαισθησία του Πολυχρόνη Λεμπέση.Αποκτήστε τώρα ένα από τα τελευταία διαθέσιμα αντίγραφα και φέρτε την ελληνική καλλιτεχνική κληρονομιά στον χώρο σας!
Πολυχρόνης Λεμπέσης
Γέννηση 1848 Σαλαμίνα
Θάνατος 1913 Αθήνα
Υπηκοότητα Ελλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Σπουδές Ακαδημία καλών τεχνών του Μονάχου
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητα ζωγράφος
Ο Πολυχρόνης Λεμπέσης (Σαλαμίνα, 1848 – Αθήνα, 1913) ήταν Έλληνας ζωγράφος, από τους σημαντικότερους της λεγόμενης «Σχολής του Μονάχου». Ρωμαλέος καλλιτέχνης, άφησε λιγοστή παραγωγή, εκατό περίπου πίνακες. Ζωγράφισε κυρίως πρόσωπα, αλλά και τοπία, νεκρές φύσεις και θέματα από την καθημερινή ζωή, όπως το ορφανό, παιδιά που κλέβουν μήλα (1884), χωρική σε γαϊδουράκι (1888), αγρόκτημα με γαλοπούλες (1891) κ.α. Ως αγιογράφος εργάστηκε στις εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου Καρύτση, των Αγίων Θεοδώρων στο Α Νεκροταφείο, του Αγίου Κωνσταντίνου στον Πειραιά, στην Εκκλησία Εισοδίων της Θεοτόκου στα Αμπελάκια της Σαλαμίνας κ.α. Ο Λεμπέσης, ο σιωπηλός, ασκητικός και σεμνός ζωγράφος, πέρασε τη ζωή του μακριά από τη διαμάχη για την πρόσκαιρη δόξα και τον εύκολο πλουτισμό.
Σπούδασε ζωγραφική στην Αθήνα αρχικά. Με την υποστήριξη του πολιτικού Δημητρίου Βούλγαρη ή Τζουμπέ έλαβε υποτροφία και συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία του Μονάχου. Στο Μόναχο έγινε φίλος με τον ήδη γνωστό Νικόλαο Γύζη. Μαθήτευσε επίσης στα εργαστήρια του Βίλχελμ Λίντενσμιτ του Νεότερου (Wilhelm Lindenschmidt dJ.) και του Λούντβιχ φον Λοφτς (Ludwig von Löfftz).
Το 1880, ο Λεμπέσης επέστρεψε στην Αθήνα, για να εγκατασταθεί στην περιοχή του Θησείου. Παρότι ήταν εξαιρετικός τοπιογράφος, σύντομα έγινε γνωστός για το ταλέντο του ως προσωπογράφος. Δέχθηκε αρκετές παραγγελίες για πορτρέτα από ευκατάστατους αστούς της εποχής του (Καψάλης, Σανταρόζας, Σερπιέρης, Λεβίδης, κ.ά.). Παράλληλα δε δίδαξε ζωγραφική στα παιδιά του δικαστικού και μετέπειτα πρωθυπουργού Στέφανου Δραγούμη. Μένει στο κελί του στη Σαλαμίνα χωρίς σχεδόν δουλειά ή στο σπιτάκι του στο Θησείο, όπου, γερασμένος πρόωρα περνάει τις ώρες του στα μικρά καφενεδάκια της γραφικής αλλά παράμερης πλατείας. Εκεί τον «ανακάλυψε» στα 1911 ο Παύλος Νιρβάνας. Τα μαλλιά τού Λεμπέση είναι άσπρα. Πίνει τον καφέ του το δειλινό με κάνα-δύο απλοϊκούς γείτονες. «Κανένας δεν μαντεύει ποιος είναι», σχολιάζει ο Νιρβάνας, που τον ρωτάει: «Ζεις Λεμπέση;»
— «Ζω» (...)
— Και τι κάνεις τώρα;
— Αγιογραφίες! Όταν μου το επιτρέπουν, εννοείται, οι καλόγεροι του Αγίου Όρους. Όταν περισσέψει δουλειά απ΄ αυτούς, παίρνω κι’ εγώ!
Έτσι σιγοσβήνει, άγνωστος, φτωχός, μονάχος ο Λεμπέσης στα 1913
«Απέθανεν ένας των ικανοτέρων ζωγράφων μας, ο Πολυχρόνης Λεμπέσης», σύμφωνα με δημοσίευμα της εποχής «… περί του εκλιπόντος εν αφανεία αλλά και εν αφανεία ζήσαντος καλλιτέχνου».[5] Για να βρεθούν χρήματα για την κηδεία του πουλήθηκαν στην αγορά του Πειραιά, σ΄ένα ψαρά και σ΄έναν μπακάλη, όσα έργα του υπήρχαν στο εργαστήρι για 2 ή 5 δραχμές το καθένα. Συνολικά συγκεντρώθηκαν εξήντα δραχμές. Η είδηση του θανάτου του μόλις δημοσιεύτηκε στα ψιλά κάποιας πειραιώτικης εφημερίδας και στα δύο καλλιτεχνικά περιοδικά της εποχής.[6] Είναι άλλωστε η εποχή των θριαμβικών αγώνων της Ελλάδας στους Βαλκανικούς πολέμους και δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για θλίψη για το ζωγράφο που πάντα έζησε «έξω από τους κύκλους των αγώνων και των προστριβών των ομοτέχνων του – αντιτέχνων θα έλεγε ο Λουκιανός μακρυά από τα χαλκεία της εφήμερης φήμης που είναι τα δημοσιογραφικά γραφεία. Ο Λεμπέσης, ο σιωπηλός, ασκητικός και σεμνός ζωγράφος, πέρασε τη ζωή του μακριά από τη διαμάχη για την πρόσκαιρη δόξα και τον εύκολο πλουτισμό. Με επίγνωση της αξίας του, αλλά ταπεινός και από ένα σημείο και πέρα αποτραβηγμένος, θυμίζει πολύ τον άλλο «Κοσμοκαλόγερο», τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Λέγεται, πάντως, ότι η εχθρική ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε εναντίον του οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο Νικηφόρο Λύτρα.
Έργο
Τα έργα του που είναι γνωστά στο κοινό — μαζί με τις αγιογραφίες του σε εκκλησίες της Αθήνας, του Πειραιά και της Σαλαμίνας δεν ξεπερνούν τα εκατό. Ορισμένα από τα πιο γνωστά του έργα βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη (Γυμνό, Το αγόρι με τα κουνέλια, Η ανηψιά του καλλιτέχνη, Προσωπογραφία του αδελφού του, κ.ά.), στην Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ στο Μέτσοβο (Το κορίτσι με τα περιστέρια) και στο Τελλόγλειο Ίδρυμα στην Θεσσαλονίκη (Το αλητόπαιδο). Ο Λεμπέσης ήταν ένας από τους ελάχιστους σπουδασμένους στην Ευρώπη ζωγράφους που κάνουν αγιογραφίες. Συνήθως πιστεύεται ότι η ανάγκη τον έκαμε αγιογράφο με το δυσάρεστο αποτέλεσμα να περιορίσει την άλλη ζωγραφική του και στο τέλος σχεδόν να την εγκαταλείψει. Ζωγράφισε, μεταξύ άλλων, τη Γέννηση στη Εκκλησία Εισοδίων της Θεοτόκου στα Αμπελάκια Σαλαμίνας και την Πλατυτέρα των ουρανών (όπου διακρίνονται η λιτότητα, η σεμνότητα της βρεφοκρατούσας Παναγίας) και η παρθενική αβρότητα των δυο αγγέλων που την περιστοιχίζουν με την ωραία πτυχολογία τους.
Αναγνώριση και κριτική
Αναδρομική έκθεση των έργων του οργάνωσε τον Μάρτιο του 1963 στη Σαλαμίνα ο εκεί σύλλογος "Ευριπίδης". Γενικά το ζωγραφικό του έργο διακρίθηκε για την χρωματική του ακρίβεια και την καθαρότητα του σχεδίου.Ιδιαίτερα αξιόλογες θεωρούνται οι προσωπογραφίες του στις οποίες κατόρθσε ν΄αποδώσει με ειλικρίνεια και μεγάλη συνθετική και εκφραστική ελευθερία την ψυχογραφία των προσώπων που εικονίζει: Ο στρατιώτης, ο Παπάς, προσωπογραφία κοριτσιού, Φερδινάδος Σερπιέρης (Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη)... Στα τοπία του ο Λεμπέσης απέδωσε με μεγαλύτερη αμεσότητα το «ελληνικό στοιχείο» και το φως της ελληνικής υπαίθρου χωρίς να διαλύει τις μορφές και τα αντικείμενα στο χώρο και χωρίς ωραιοποιήσεις και εξιαδινακεύσεις: Λόφος του Αρείου Πάγου, Μικρούλα στα χορτάρια (Αθήνα, Συλλογή Καλκάνη). Οι θρησκευτικές του συνθέσεις όμως είναι γενικά μικρότερης αξίας από τα άλλα έργα του, καθώς ξέφυγε από την παραδοσιακή αντίληψη και ακολούθησε δυτικότροπες τάσεις για «βελτιωμένη βυζαντινή ζωγραφική» Η πιο φτασμένη σύνθεσή του θεωρείται η Πλατυτέρα των Ουρανών στον Άγιο Γεώργιο Καρύτση. Τα τελευταία χρονολογημένα έργα του είναι ο Άγιος Μηνάς και η Αγία Λαύρα στην εκκλησία του Αγίου Μηνά στη Σαλαμίνα που φέρουν την ημερομηνία 1909.